περισεσάλπισται

περισεσάλπισται
περί-σαλπίζω
sound the trumpet
perf ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • περισαλπίζω — ΜΑ 1. σαλπίζω γύρω από κάτι, ηχώ με τη σάλπιγγα γύρω από κάτι («ὧν ἄν ὁ μῡθος περισαλπίσῃ τὰ ὦτα», Συνέσ.) 2. παθ. φρ. «οὐ περισεσάλπισται [ή ικται]» ποτέ δεν ήχησαν οι σάλπιγγες γύρω από αυτόν (Πλούτ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”